Οι ιπποδρομίες των Παναθηναίων είναι ίσως οι αρχαιότεροι ιππικοί αγώνες που ελάμβαναν διεθνή χαρακτήρα, αφού σ’ αυτούς συμμετείχαν και Έλληνες από άλλες πόλεις αλλά και ξένοι, κυρίως βασιλιάδες.
Οι ιππικοί αγώνες ήταν οι αρχαιότεροι όλων των αγωνισμάτων των Παναθηναίων και διαρκούσαν δυο ημέρες. Διεξάγονταν στον ιππόδρομο των Αθηνών ο οποίος βρισκόταν στον τοποθεσία «Εχελίδες» κοντά στον Πειραιά και ήταν μεγάλος χώρος οκτώ σταδίων.
Διεξάγονταν αγώνες αλόγων με αναβάτες και ίππων που έσυραν άρματα.
Πρέπει να σημειωθεί ότι οι αναβάτες ίππευαν με γυμνή τη ράχη του αλόγου.
Σύμφωνα με επιγραφή του 4ου π.Χ. αιώνα μεταξύ των στεφανωθέντων νικητών στους αγώνες αυτούς ήταν ο γιος του βασιλιά Άτταλου Ευμένης, ο Μαστανάβαλ γιος του βασιλιά της Νουμηδίας, ο Πτολεμαίος Φιλομήτωρ τότε βασιλιάς της Αιγύπτου, ο Αντίοχος, ο Ευπάτωρ και άλλοι.
Μεγάλη πομπή Πριν από τους αγώνες των Παναθηναίων οργανωνόταν μεγάλη πομπή προς τον ναό της πολιούχου Θεάς Αθηνάς στον Παρθενώνα Ακροπόλεως όπου γίνονταν θυσίες. Τη λαμπρή αυτή πομπή των Παναθηναίων απαθανάτισε ο μέγας Έλληνας γλύπτης Φειδίας παραστήσας αυτήν πάνω σε ανάγλυφο στη ζωοφόρο του Παρθενώνα με τέχνη και επιδεξιότητα αντάξια της καλλιτεχνικής του μεγαλοφυϊας. Η ζωφόρος που βρισκόταν στο πάνω εξωτερικό του Παρθενώνα είχε ύψος ένα μέτρο και μήκος 160 μέτρα.
Τα μικρά Παναθήναια διεξάγονταν κάθε χρόνο και τα μεγάλα Παναθήναια κάθε πέντε χρόνια. Περιλάμβαναν εκτός από τους ιππικούς αγώνες μουσικούς αγώνες και τα συνήθη αγωνίσματα όπως πάλη, αγώνες δρόμου, πένταθλο, επίσης λαμπαδηδρομία και άλλα.
Οι νικητές των αγώνων έπαιρναν σαν έπαθλο έναν Παναθηναϊκό αμφορέα γεμάτο λάδι. Η πιο παλιά αρχαία ελληνική μαρτυρία για ιππικούς αγώνες ήταν η αρματοδρομία που οργάνωσε ο Αχιλλέας προς τιμήν του νεκρού φίλου του Πάτροκλου που σκοτώθηκε στον πόλεμα της Τροίας.
Τα βραβεία για τον πρώτο ήταν μια ωραία κόρη, για τον δεύτερο μια έγκυος φορβάδα, για τον τρίτο ένας λέβητας, για τον τέταρτο δυο χρυσά τάλαντα και για τον πέμπτο ένα κύπελλο. Νικητής αναδείχθηκε ο Διομήδης με τρωϊκούς ίππους που απέκτησε κατά τον πόλεμο. Δεύτερος τερμάτισε ο Αντίλοχος και τρίτος ο βασιλιάς Μενέλαος ο οποίος υπέβαλε ένσταση ότι τον διασταύρωσε ο Αντίλοχος. Η ένσταση του, όπως γράφει ο Όμηρος, απερρίφθη.